Εφυγε για τον ποδοσφαιρικό παραδεισο ο Θεός του ποδοσφαίρου Πελέ
O Πελέ, ο «Βασιλιάς» της μπάλας και για πολλούς ο κορυφαίος ποδοσφαιριστής που είδε ο πλανήτης, έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 82 ετών.
Το «Μαύρο Μαργαριτάρι» έδωσε μεγάλη μάχη χτυπημένος από τον καρκίνο τους τελευταίους μήνες και έφυγε από τη ζωή έχοντας δίπλα του σύσσωμη την οικογενειά του, αλλά και εκατομμύρια ανθρώπους να προσεύχονται για αυτόν. Την είδηση επιβεβαίωσε ο ατζέντης του, Τζο Φράγκα.
Ο Πελέ έκανε μια ολόκληρη γενιά ανθρώπων να λατρέψει το ποδόσφαιρο εξαιτίας του. Χαρακτηρίστηκε ως «Βασιλιάς» της μπάλας και ήταν για πολλούς (ειδικά όσους είχαν την τύχη να τον δουν να αγωνίζεται) ο κορυφαίος όλων των εποχών. Το ερώτημα «Πελέ η Μαραντόνα» θα απαντηθεί πλέον στα γήπεδα του ουρανού, όπου ο Βραζιλιάνος «μάγος της μπάλας» θα συναντήσει τον «Θεό» του ποδοσφαίρου και θα έχουν για πρώτη φορά την ευκαιρία να παίξουν μαζί.
Παραμένει μέχρι και σήμερα ο μοναδικός ποδοσφαιριστής που κατέκτησε τρία Παγκόσμια Κύπελλα. Ήταν ο κορυφαίος μιας γενιάς Βραζιλιάνων ποδοσφαιριστών που άφησαν ανεξίτηλο το σημάδι τους στην ιστορία του αθλήματος. Για ένα μεγάλο διάστημα ήταν ο καλύτερα αμειβόμενος αθλητής στον κόσμο, ενώ κατείχε τίτλους όπως «Ποδοσφαιριστής του Αιώνα» από τη FIFA, «Αθλητής του Αιώνα» από την Ολυμπιακή Επιτροπή, ενώ είναι μέλος του ποδοσφαιρικού Hall of Fame.
To 1999 εξελέγη Ποδοσφαιριστής του Αιώνα μετά από ψηφοφορία των νικητών (1956–1999) της Χρυσής Μπάλας του περιοδικού France Football. Το 2000 σε παγκόσμια δημοσκόπηση της FIFA στο διαδίκτυο για την ανάδειξη του καλύτερου ποδοσφαιριστή του 20ού αιώνα, ήρθε δεύτερος πίσω από τον Ντιέγκο Μαραντόνα, ενώ αντίθετα, στην ψηφοφορία της «FIFA Football family» και των αναγνωστών του περιοδικού «FIFA Magazine» ο Πελέ ήρθε πρώτος.
Λουστράκος για μια μπάλα και αποβολή για τη «βάφτισή» του
Ο Πελέ γεννήθηκε στις 23 Οκτωβρίου 1940 και αρχικά το όνομά του ήταν Έντισον προς τιμήν του γνωστού εφευρέτη, Τόμας Έντισον, μιας και ο ηλεκτρισμός πήγε στην πόλη του λίγο καιρό πριν τη γέννησή του. Με το πέρασμα του χρόνου, φίλοι και συγγενείς τον φώναζαν Έντσον (Αράντες ντο Νασιμέντο).
Όπως συμβαίνει με πολλούς Βραζιλιάνους ποδοσφαιριστές, έτσι και ο Πελέ είχε πολύ δύσκολα παιδικά χρόνια. Έπαιζε ξυπόλητος ποδόσφαιρος με αυτοσχέδιες μπάλες από κάλτσες τις οποίες είχε γεμίσει με χαρτιά. Παράλληλα, γυάλιζε παπούτσια για να βοηθήσει την οικογένειά του, αλλά και να αποκτήσει μια κανονική μπάλα. Χρειάστηκε να φτάσει στην τετάρτη δημοτικού για να το κάνει πραγματικότητα.
Το παρατσούκλι Πελέ, που δεν σημαίνει κάτι στα πορτογαλικά, του το κόλλησαν οι συμμαθητές του στο σχολείο, όταν είχε αποκαλέσει κατά λάθος Πελέ τον Μπιλέ τον τερματοφύλακα της Βάσκο Ντα Γκάμα που ήταν ο αγαπημένος του ποδοσφαιριστής. Μάλιστα, πήρε τριήμερη αποβολή γιατί τσακώθηκε με το παιδί που του έβγαλε το παρατσούκλι. Δεν του άρεσε μέχρι που ένας θεολόγος του είπε πως η λέξη αυτή βρίσκεται στη Βίβλο και σημαίνει θαύμα στα εβραϊκά.
Η καριέρα του και το ελληνικό πέρασμα
Η ποδοσφαιρική σταδιοδρομία του άρχισε στην εφηβική ομάδα της Μπαουρού, στην πολιτεία του Σάο Πάουλο, όπου ο πατέρας του είχε κρεμάσει τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια. Το 1956, η Σάντος εκτίμησε το ταλέντο του και τον ενέταξε στην δύναμή της. Με την ασπρόμαυρη φανέλα αγωνίστηκε στην θέση του επιθετικού μέσου, το διάστημα 1956-1974, σε 638 παιγνίδια επιτυγχάνοντας 619 γκολ. Με την Σάντος ο Πελέ κατέκτησε 6 πρωταθλήματα Βραζιλίας και 6 διεθνείς τίτλους (3 Διηπειρωτικά και 3 Κόπα Λιμπερταδόρες). Στις 20 Νοεμβρίου 1969, στην 909η συμμετοχή του σε αγώνα Α’ Κατηγορίας της Βραζιλίας, σημείωσε το 1.000ό τέρμα του.
Την εποχή εκείνη δεν είχε δημιουργηθεί ακόμη το βραζιλιάνικο πρωτάθλημα. Ετσι η Σάντος, προσπαθώντας να εκμεταλλευθεί με τον καλύτερο τρόπο το «προϊόν της», έκλεινε φιλικούς αγώνες ανά τον κόσμο με αντάλλαγμα αρκετές χιλιάδες δολάρια. Σε ένα τέτοιο πέρασμά της από την Αθήνα η Σάντος με τον Πελέ στην σύνθεσή της έπαιξε και με τις τρεις μεγάλες ομάδες του κέντρου. Νίκησε την ΑΕΚ με 3-0 και τον Παναθηναϊκό με 3-2, αλλά ηττήθηκε από τον Ολυμπιακό με 2-1. Ήταν ένα κατόρθωμα κοσμοϊστορικής σημασίας που αναφέρεται και στον ύμνο της ομάδας του Πειραιά (…κι ακόμα σε θυμούνται η Σάντος κι ο Πελέ…).
Ο Πελέ έγινε παγκοσμίως γνωστός με την Εθνική Βραζιλίας, την φανέλα της οποίας φόρεσε 92 φορές επιτυγχάνοντας 77 γκολ. Οδήγησε την «Σελεσάο» στην κατάκτηση τριών Παγκοσμίων Κυπέλλων (1958, 1962, 1970) και στη μόνιμη κατοχή του επάθλου Ζιλ Ριμέ.
To 1974, o Πέλέ ανακοίνωσε την απόσυρσή του από το ποδόσφαιρο, αλλά τον επόμενο χρόνο συμφώνησε να υπογράψει τριετές συμβόλαιο ύψους 7 εκατ. δολαρίων με την ομάδα «Κόσμος» της Νέας Υόρκης και να συμβάλλει στην προαγωγή τού αθλήματος στις Ηνωμένες Πολιτείες. Το 1977 κρέμασε οριστικά τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια, αφού οδήγησε την ομάδα του στην κατάκτηση τού πρωταθλήματος των ΗΠΑ. Με τους «Κόσμος» αγωνίστηκε σε 56 παιχνίδια σημειώντας 31 γκολ.
Συνολικά ο Πελέ, σύμφωνα με την RSSSF (αναθεωρημένα στοιχεία 2021), σημείωσε 1.303 τέρματα σε 1.392 αγώνες κατά τη διάρκεια της ενεργού δράσης του, από τα οποία τα 775 σε 840 επίσημους αγώνες κατατασσόμενος στους κορυφαίους σκόρερ όλων των εποχών και στις δύο περιπτώσεις. Σημείωσε 92 χατ-τρικ, 30 φορές σκόραρε τέσσερα γκολ σε έναν αγώνα, 7 φορές σημείωσε πέντε σε ένα παιχνίδι (κατά τη FIFA 6 φορές) και μια φορά οκτώ γκολ (88 χατ-τρικ σε επίσημους αγώνες).
Ο Πελέ έχει τιμηθεί με πλήθος πολιτικών και αθλητικών βραβείων. Το 1994 ονομάστηκε πρεσβευτής καλής θελήσεως της UNESCO και το 1999 «Ποδοσφαιριστής του Αιώνα» από την FIFA. Στην προσωπική του ζωή παντρεύτηκε τρεις φορές και απέκτησε επτά παιδιά.