Μαγική νύχτα στο ΣΕΦ για τον Ολυμπιακό Πειραιώς, αφού ανάγκασε την Φενέρμπαχτσε να υποκλιθεί
Αυτό ήταν, λοιπόν. Εικοσιπέντε λεπτά κανονικού Ολυμπιακού ήταν αρκετά για να κριθεί μία σειρά που είχε αίμα, άμμο και μπόλικο μπαρούτι. «Ψυχοφθόρα», τη χαρακτήρισε ο Σάσα Βεζένκοβ λίγο πριν σβήσουν οι προβολείς στο ηφαιστειώδες ΣΕΦ.
«Ναι, αλλά η περυσινή με τη Μονακό ήταν πιο δύσκολη και πιο απαιτητική, όχι μόνο σωματικά αλλά και πνευματικά», συμπλήρωσε ο Τόμας Γουόκαπ. Η αλήθεια είναι, ότι απέναντι στους Μονεγάσκους ο Ολυμπιακός κινδύνευσε με αποκλεισμό στον 5ο αγώνα, και ας έπαιζε στο σπίτι του, και ας είχε όλες τις παραδόσεις του κόσμου με το μέρος του. Απόψε, με την εξαντλημένη και εξοντωμένη στο τελικό σπριντ Φενέρμπαχτσε, υπήρχε στο παρκέ ένας πρωταγωνιστής και ένας κομπάρσος.
Εάν η ομάδα του Δημήτρη Ιτούδη διεκδίκησε την πρόκριση -έστω αγκομαχώντας- μέχρι το τελευταίο βιράζ, το οφείλει στα τρίποντα του άνιωθου Μάρκο Γκούντουριτς. Οι συμπαίκτες του Σέρβου παραδόθηκαν στα τέλη του πρώτου ημιχρόνου, μόλις είδαν το παρκέ να κατηφορίζει και τον βασιλιά της κανονικής περιόδου να ξεσκονίζει τον μανδύα του.
Μέχρι το 15ο λεπτό, τα σύννεφα των προηγούμενων 15 ημερών δεν έλεγαν να απομακρυνθούν, όσο και αν τα ξόρκιζαν οι «ερυθρόλευκοι». Λίγο πριν το τελευταίο πρώτο ημίχρονο της σειράς μπει στο τελευταίο του πεντάλεπτο, δύο ελεύθερες βολές του Γκούντουριτς έδωσαν το πρώτο προβάδισμα στη Φενέρ. «Το πρώτο και τελευταίο», αποφάσισαν οι μάγκες με τα κόκκινα.
Ξαφνικά, άνοιξε το κουτάκι με τις καλές ιδέες και γέμισε το γήπεδο με καρδιά. Ο Κώστας Σλούκας μετέτρεψε μία σκοτωμένη φάση σε έμμεσο τρίποντο, με καλάθι-μακροβούτι. Ο Μπλακ έκοψε τη φόρα του Γκούντουριτς με τάπα και αμέσως μετά κάρφωσε παρασύροντας τους πάντες στο διάβα του. Ο Παπανικολάου σταμάτησε τον Γκούντουριτς στον αέρα. Ο Σλούκας έβαλε ένα τρίποντο ολόιδιο με της Κωνσταντινούπολης μπροστά στον Πιερ. Ο Μπλακ έβγαλε άλλη μία άμυνα. Ο Πίτερς αξιοποίησε δύο βολές προϊόν μαχητικότητας: 39-31 από 29-31. Η άμυνα άρχισε να δίνει σουτ στους σωστούς παίκτες (Καλάθης). Ο ΜακΚϊσικ μπουμπούνισε ένα τρίποντο και έκλεψε μία μπάλα με πλονζόν στη σέντρα.
Η ανάπαυλα βρήκε τον Ολυμπιακό με διψήφιο προβάδισμα, για πρώτη φορά στη σειρά. Στην έδρα του. Σε πέμπτο παιχνίδι. Απέναντι σε αντίπαλο που πορευόταν με τεχνητές αναπνοές. Ουσιαστικά, η μετωπική σύγκρουση των δύο σχεδόν ισοδύναμων μονομάχων κρίθηκε εκεί, σε ένα τετράλεπτο κόκκινης πλημμυρίδας στο τέλος του πρώτου ημιχρόνου του πέμπτου αγώνα.
Στην εκκίνηση της κούρσας το κοντέρ έγραφε 2-2, τα σημεία έδειχναν Φενέρ και ο Ιτούδης έπαιρνε ένα ένα τα πιόνι του Μπαρτζώκα. Ο Κώστας Παπανικολάου μετρούσεε 1/12 τρίποντα στα πρώτα τέσσερα παιχνίδια, ανάμεσά τους και εκείνο το «πέναλτι» που θα μπορούσε να τουμπάρει τη ροή του τέταρτου αγώνα. Ο Γιαννούλης Λαρεντζάκης είχε βάλει όλο κι όλο ένα καλάθι και αυτό στην …αρχαιότητα, στη β’ περίοδο του δεύτερου παιχνιδιού. Ο Σάσα Βεζένκοβ, με το τρόπαιο του MVP να τον περιμένει ακουμπισμένο στο γκισέ του τσεκ-ιν προς το Κάουνας, είχε πέσει στους 14 πόντους με 30% στα τρίποντα και στα 4,5 ριμπάουντ. Ο Σλούκας και ο Κάνααν μπορεί να σούταραν καλά, αλλά ζούσαν και βραδιές φαντασμάτων. Ο Τόμας Γουόκαπ μετρούσε 21% στα τρίποντα και ένα λάθος για κάθε δεύτερη ασίστ. Ο Άλεκ Πίτερς είχε βάλει όλο κι όλο ένα και μονάκριβο τρίποντο σε τέσσερις αγώνες.
Εκτός ίσως του ΜακΚίσικ και του Μπλακ, δύο εφεδρικών δηλαδή, ουδείς μπορούσε να ισχυριστεί ότι διακρίθηκε συνολικά σε αυτή τη σειρά, ότι αποτέλεσε μόνιμο αγκάθι στα πλευρά της Φενέρ. Oι ασίστ του Ολυμπιακού είχαν κατακρημνιστεί στο 15,3. Οι πόντοι του, στο 74,5, δύο ματς λίγο κάτω από τους 80 και άλλα δύο -σερί- κοντά στο απογοητευτικό 70. Τα τρίποντα, με εξαίρεση το κρεσέντο του πρώτου αγώνα, στο 28 τοις εκατό (20/71). Ο δείκτης της σιγουριάς και της αισιοδοξίας, πολύ χαμηλά.
«Εγώ», φώναξε ο αρχηγός, που 48 ώρες νωρίτερα ήταν με κομπρέσες και ασπιρίνες. «Να, ορίστε και 10 πόντοι μονοκοπανιά στο ξεκίνημα για να πειστείτε. Θα πάρω και όλα τα ριμπάουντ αν χρειαστεί…».
Ο Παπανικολάου είχε σκαμπανεβάσματα και αστοχούσε συχνά στα προηγούμενα ματς, αλλά στην περίπτωσή του το γυμνό μάτι ξεγελιέται και προσπερνάει το σημαντικότερο στοιχείο της αναλυτικής στατιστικής: το επό μέρους σκορ όσο βρισκόταν στο παρκέ ο αρχηγός του στα προηγούμενα ματς ήταν 210-190. Τώρα που προστέθηκαν τα νούμερα του πέμπτου αγώνα, το plus/minus του «Παπ» βγάζει μάτι: +37 πόντοι και +20 ριμπάουντ σε 160, περίπου, λεπτά συμμετοχής!
Αλλά το πρόσωπο της σειράς για τον Ολυμπιακό δεν είναι ο Παπανικολάου. Δεν είναι καν ο Γιώργος Μπαρτζώκας, που δρομολόγησε την πρόκριση his way, δίχως να υποκύψει σε δεύτερες σκέψεις και δίχως να αποστατήσει από το πλάνο που τον έφερε μέχρι εδώ. Το πρόσωπο είναι ο Κώστας Σλούκας.
Το τρίποντό του στην Κωνσταντινούπολη έγινε φιλί ζωής τη στιγμή του σχεδόν βέβαιου πνιγμού, ενώ η απόδοσή του στον Πέμπτη αγώνα ήταν η πιστοποίηση του μεγαλείου ενός παίκτη ήρεμου, κατασταλαγμένου και σίγουρου για τον εαυτό του. Ο Σλούκας ήταν φάντασμα στο τέταρτο ματς (3 π.) και ξεκίνησε το πέμπτο με το χειρότερο δυνατό τρόπο, ζωντανό πόστερ στα αλλεπάλληλα τρίποντα που έβαζε πάνω από το κεφάλι του ένας σουτέρ ικανός να «σκοτώσει». Και όμως, δεν πτοήθηκε, δεν δείλιασε, δεν παραδόθηκε στο καταπονημένο κορμί του.
Μέσα σε λίγα λεπτά, ο Σλούκας είχε διαβάσει την τουρκική άμυνα με καθαρό βλέμμα και την τιμωρούσε με όλους τους πιθανούς τρόπους: με μπούκες, με μακρινά σουτ, με πικ-εντ-ρολ, με λόμπες, με κερδισμένα φάουλ, με τρέξιμο όποτε (σπάνια) υπήρχε η δυνατότητα. Mέσα σε ένα επταήμερο, ο 33χρονος Σλούκας έκανε δύο από τα καλύτερα παιχνίδια της ζωής του. Ο άνθρωπος των δέκα φάιναλ-φορ, για να μη ξεχνιόμαστε…
«Στον πέμπτο αγώνα μετράει η έδρα», έλεγε πριν το τζάμπολ ο Γιώργος Μπαρτζώκας. Ακουγόταν περισσότερο σαν προσευχή, η επίκληση στο 15-0 παρελθόντων ετών, παρά σαν σάλπισμα νίκης. Στην πορεία του αγώνα, όμως, ο αφορισμός αποδείχθηκε ορθός, απ’ τη ζωή βγαλμένος.
Ο Ολυμπιακός τραμπούκισε τη Φενέρ χωρίς να φοβάται ότι τα «σπόρια» θα πάνε στον οχτρό, η εξέδρα πολλαπλασίασε τα ντεσιμπέλ με έναρθρες και άναρθρες κραυγές, τα κορ-α-κορ ελληνορωμαϊκής πάλης έδιναν συνεχώς σημεία στο κόκκινο μαγιό, ο πάγκος της Φενέρ χρεώθηκε με τεχνικές ποινές για διαμαρτυρίες που δεν εισακούγονταν, οι φορτωμένοι με φάουλ Τούρκοι έχασαν λίγο λίγο το κουράγιο τους.
Η κλεψύδρα που άδειαζε ήταν ορατή διά γυμνού οφθαλμού. Το ΣΕΦ πλημμύρισε από μπάσκετ Ολυμπιακού: φαιά ουσία, ρυθμός, ιδρώτας, τιμιότητα, ψυχή, όλοι για έναν, ένας για όλους, η υπερηφάνεια του προλεταριάτου. Ένα όνειρο εαρινής νυκτός.
Η μέθοδος του Ολυμπιακού έμοιαζε βγαλμένη από τη δεκαετία του ’90 και από την εποχή του …Ιωαννίδη: ελάχιστες προσπάθειες έξω από τα 6,75 μ., ακόμα λιγότερα τρίποντα, σαν να μη γεννήθηκε ο Στεφ Κάρι ποτέ. Το ήμισυ του παντός ήταν η σκληροτράχηλη άμυνα που κρατούσε τα μπόσικα όταν τα σουτ έβρισκαν σίδερο, το έτερον ήμισυ το ατελείωτο και ανελέητο σημάδι στα mis-match που δημιουργούνταν από τις σύνθετες άμυνες του Ιτούδη. Σχεδόν όλοι οι πόντοι του Ολυμπιακού μέχρι την τελική ευθεία του αγώνα σημειώθηκαν από το βαμμένο ή από ελεύθερες βολές κερδισμένες εκεί στα πέριξ.
«Αυτή η σειρά μας έφερε στα όριά μας», ομολόγησε ο Βεζένκοβ, που ύψωσε το ανάστημά του μετά την ανάπαυλα χωρίς να χρειαστεί τρίποντα και χαλαρά σουτάκια. Τα όριά του, ο φετινός Ολυμπιακός θα τα μάθει στο Κάουνας. Εκεί όπου, για πρώτη φορά μετά από πολλά πολλά χρόνια, θα πέσει στα βαθιά νερά ενός φάιναλ-φορ με τον τίτλο του φαβορί κολλημένο στο κούτελό του.